Προσαρμοσμένη αναζήτηση

Kεντρική Σελίδα  / Αρθρο

Προσωπικές μαρτυρίες... 30/5/2008 3:55 μμ

Ας θυμηθούμε «με το φακό» τους πρωταγωνιστές όπως έλαμψαν τα τελευταία 30 χρόνια, χωρίς βέβαια να υποτιμούμε τους άσους της ακόμα παλαιότερης -τα μέγιστα γνήσιας- εποχής. Επιδόσεις διά χειρός Γιώργου Ραπτόπουλου, Τζώννυ Πεσματζόγλου, Γιάννη Ψύχα, «Υψηλάντη»-«Λεωνίδα», Σταύρου Ζαλμά κ.ά., με ταλέντο και τσαγανό. Στοιχεία που τότε έκαναν τη διαφορά πλέον απλώς δημιουργούν τη μεγάλη ανατριχίλα. Είχε ζόρι η διάκριση εντός και εκτός ειδικών διαδρομών και, βέβαια, σημαντικό ρόλο, όπως και σήμερα, έπαιζαν οι συνοδηγοί! Σημειώστε: Μίμης-«Θωρ»-Γεωργίτσης, Νίκος Ζουμπρούλης, Σαράντης Αποστολίδης κ.ά. αντίστοιχα σημαντικοί._ Στράτης Xατζηπαναγιώτου

Τάσος Λιβιεράτος ή αλλιώς "Σιρόκο".
«Σιρόκο»! Ο Τάσος Λιβιεράτος έχει σημειώσει τα καλύτερα αποτελέσματα στο μεσοδιάστημα της ιστορίας του εθνικού μας αγώνα. Αν η 2η θέση το 1975 πίσω από τον κολοσσό Βάλτερ Ρερλ προέκυψε σε συνδυασμό με συνθήκες και συμπτώσεις (απαραίτητα στοιχεία σε έναν τόσο δύσκολο αγώνα), το 1976 πάντα με το Μίλτο Ανδριόπουλο δίπλα του (σ.σ.: πρόκειται για τον Πρόεδρο του ΣΒΟΑΑ σήμερα, οπότε διακρίνεται και ως οδηγός σε αγώνες με ιστορικά αυτοκίνητα) και την Alpine και πάλι έφτασαν να διεκδικούν τη νίκη. Μπορεί ο Ρανιοτί, που εγκατέλειψε στην Πελοπόννησο με την μπλε Α310, να ήταν άπιαστος, αλλά το νικητή Σέλστρομ με το κουπέ Violet τον «είχαν» σε απόλυτη ταχύτητα, και έχασαν την επαφή προδομένοι από τα φρένα τους στα Φουρνά. Ο Τάσος, άλλοτε με τον Κώστα Φερτάκη και άλλοτε με το Μανώλη Μακρινό στο εργοστασιακό Datsun και στην ιδιωτική Stratos, σε κάθε συμμετοχή του διεκδικούσε το απόλυτο, το καλύτερο δυνατό σε σχέση με τους ξένους επαγγελματίες, χωρίς δηλώσεις και υπερβολές. Σεμνά, σοβαρά, γρήγορα και με οργάνωση-λογική επαγγελματικού επιπέδου!

Γιώργος Μοσχούς, η "Γιωργάρα" των ελληνικών αγώνων...
Γιώργος Μοσχούς! Πρωταγωνιστής και με τις Alfa Romeo της Μότορ Ελλάς του κ. Περικλή Φωτιάδη, την ιστορία του στα ελληνικά βουνά την έγραψε κυρίως με τα εργοστασιακά Datsun-Nissan. Οδήγησε πρώτη φορά το κουπέ Violet στο Ρ.Α. το 1978 με το Νίκο Κελεσάκο δίπλα του, αλλά μετά τον άτυχο αγώνα, όπου εγκατέλειψαν, ήρθαν οι επιτυχίες. Ο «Κελέ» στο συντονισμό-διοίκηση της κορυφαίας εργοστασιακής ομάδας με τα ελληνικά χρώματα, χάρη στην οικογένεια Θεοχαράκη, ο Γιώργος στο τιμόνι όλων των Violet και του 240 RS, και από το ’79 μέχρι το ’86 ήταν πέντε φορές 1ος Έλληνας. Όπλα του, εκτός από το καταπληκτικό κοντρόλ, και αυτή η διαφορετική αίσθηση που τον διέκρινε σε σχέση και με το χωματόδρομο -η οποία, αν ήταν και επιμελής, θα μπορούσε να τον είχε οδηγήσει σε διεθνή καριέρα-, οι Έλληνες τεχνικοί της ομάδας (Σ.Χ.: τα κομάντο έκαναν τη διαφορά) και οι συνοδηγοί του. Από τον «επιστήμονα» Αλέξη Κωνσταντακάτο (έκαναν εκπληκτικό αγώνα το 1980 με το 4θυρο Violet, το αγαπημένο του Nissan, φέρνοντας τα κάτω πάνω στην προσπάθειά τους να καλύψουν και να κερδίσουν το «Λεωνίδα», που προηγούνταν με διαφορά περίπου μισής ώρας) και το γερόλυκο, τον αείμνηστο Κώστα Φερτάκη, μέχρι τον Ανδρέα Αρκέντη και τον άπαιχτο Δημήτρη Βαζάκα, άνθρωπο που λειτουργούσε θετικά και στην ψυχολογία της ομάδας μας με το χιούμορ του αλλά και στο τέλος της ημέρας με τη χαρακτηριστική ευφυΐα του. Ο ίδιος έλαμψε και ως οδηγός, ό,τι και αν οδηγούσε-οδηγεί, με ταχύτητα, κέφι και, βέβαια, μυαλό...

"Ιαβέρης" και Κώστας Στεφανής, ένα από τα κλασσικά δίδυμα των ελληνικών αγώνων.
«Ιαβέρης»! Ο Τάσος Μαρκουίζος αντιμετώπιζε ως ασφάλτινο Παλάδιο το Ακρόπολις, αξιολογώντας πως δε σημαίνει τίποτα να ακολουθείς τακτική στοχεύοντας σε συμπτώσεις, ώστε να σκαρφαλώσεις στη Γενική, κερδίζοντας βαθμούς για το Ελληνικό Πρωτάθλημα. Η προετοιμασία του, είτε με τη «Nτόλι» και την κίτρινη Veloce (κουπέ Alfa, και τα δύο εξελιγμένα από τον «Μπούμπη», με σασί made by Μπουλούζος) είτε με τα Escort της Κοντέλης, είχε προσανατολισμό ώστε να επιτευχθούν κορυφαίοι χρόνοι. Παρολίγο 3ος το ’75 με τον Φέρτακα και την Alfa-«Ντόλι», ατύχησε με το καλό Escort το ’78 με τον Κώστα Στεφανή δίπλα του, όταν «γύρισαν» με το «καλημέρα» στη Ριτσώνα και στη συνέχεια ταλαιπωρήθηκαν με ένα στραβό αυτοκίνητο σε όλο τον αγώνα. Βέβαια, αν και με ακατάλληλα λάστιχα στην Πελοπόννησο, έκλεψαν την παράσταση, κερδίζοντας τρεις φορές τους Ρερλ και Άλεν με τα 131 Abarth! Το ’79 ήταν εύκολα 1οι Έλληνες και 5οι Γενικής(!), με ένα ακόμα καλύτερο Escort, πάντα στα χρώματα της Κοντέλης, χάρη στον κ. Δημήτρη Παντελεημονίτη (σ.σ.: πρόκειται για ξεχωριστό άνθρωπο, που σήμερα διοικεί και την Daihatsu). Καλυτερότερη χρονιά από αυτό το δίδυμο-φωτιά των ελληνικών αγώνων το ’80, οπότε με ένα Escort GP2 με 2λιτρο 8βάλβιδο κινητήρα και 4άρι κιβώτιο («κατασκευαστής»-εξελιχτής ο Κώστας Βάντζος) κέρδισαν τα καλά Escort (ε, ναι, και αυτόν τον Βάτανεν), σημειώνοντας πρώτους χρόνους. Αξέχαστη, ανεπανάληπτη επίδοση, που, κατά τη γνώμη μας, επισκιάζει οτιδήποτε άλλο...

"Υψηλάντης", "Λεωνίδας", κατά κόσμον Αλέξανδρος Μανιατόπουλος.
«Λεωνίδας»! Ο Αλέξανδρος Μανιατόπουλος έχει σημειώσει το απόλυτο ρεκόρ σε συμμετοχές, όντας 40 φορές στη ράμπα της αφετηρίας. Τον θυμόμαστε οριακά, λόγω ηλικίας, να φέρνει στην Ακρόπολη 4ο στη Γενική το λευκό-μαύρο ΤΤ το ’69 με το Νίκο Ζουμπρούλη δίπλα του, και ακόμα καλύτερα αργότερα. Άμεσα με τον Τάκη Πιρπιρή και τη Zenith-911 και αργότερα με το Γιάννη Λέκκα, οπότε κέρδισαν με το κίτρινο Audi 80 GT το Group 1 το ’75. Αμέσως μετά με τη μαύρη Carrera να προσπαθεί για το καλύτερο, με ένα δύστροπο αυτοκίνητο και τον Κώστα Φερτάκη παραπλεύρως. Στη νεότερη ιστορία του αγώνα (σ.σ.: είπαμε, μεσοδιάστημα), όντας «καταδικασμένος» να οδηγεί Renault και ποτέ ένα αυτοκίνητο 4x4, κάτι που θα ήθελε πολύ, σημείωσε σοβαρές επιδόσεις και εξαιρετικά αποτελέσματα. Λάτρης των ελαφριών αμαξωμάτων και μετρ στο «πάμε αέρα στο κακό οδόστρωμα, οπότε θέλουμε την καλύτερη και πάντα φρέσκια ανάρτηση», εμπιστεύτηκε σειρά συνοδηγών, από το Γιάννη Χάλαρη και τον Αντρέα Αρκέντη μέχρι τις αδελφές Aντωνία και Μαρία Παυλή και το Γιώργο Κότσαλη, ενώ έμεινε πιστός σε δικούς του ανθρώπους. Στο συντονισμό στον κ. Γιώργο Χαριτόπουλο, στο «πάλι το στράβωσε και το ισιώνουμε» στον εξαιρετικό φανοποιό κ. Κώστα Σμυρνιό και εφ’ όλης της ύλης στον κ. Χρήστο Σμυρνιό, τον άνθρωπο «φτιάχνω τις Porcshe με τα μάτια και το αυτί». Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να παραλείψουμε ότι, είτε ήταν boss της ΝSU ή της Audi είτε της Renault, πάντα έδινε ευκαιρίες, παραχωρώντας και αυτοκίνητα σε συναθλητές του που διακρίθηκαν με αυτοκίνητα των ομάδων του και στο Ρ.Α. Σημειώνουμε τους Γιάννη Λέκκα, Κώστα Αποστόλου, Παύλο Μοσχούτη, Σώτο Κοκκίνη, χωρίς να ξεχνάμε το Χρήστο Πανουργιά, που είχε υποστήριξη, κ.ά.

"Jigger" ή αλλιώς Γιάννης Βαρδινογιάννης.
«Τζίγγερ»! Ο Γιάννης Β. Βαρδινογιάννης αντιμετώπιζε το Ακρόπολις, όπως και γενικότερα την παρουσία του στους αγώνες, αλλά και όχι μόνο... με στόχους και στρατηγική! Με σωστές επιλογές, που πάντα τον δικαίωναν, κυρίως από την εποχή που οι Lancia Delta πήραν τη θέση του Audi quattro και ο Κώστας Στεφανής, εκτός από συνοδηγός του, ανέλαβε και το γενικότερο κουμάντο της ομάδας. Ικανοί τεχνικοί, με συντονιστή το Νίκο Πάνου, τον άνθρωπο που σήμερα συντηρεί υποδειγματικά κάθε Ferrari με ελληνικές, και όχι μόνο, πινακίδες, ό,τι καλύτερο σε εξαρτήματα για κάθε τύπου Delta, ανθρώπινη προετοιμασία χωρίς υπερβολές, με ατέλειωτες δοκιμές, αλλά επαγγελματική συνέπεια, και ο ρυθμός ήταν πάντα προσαρμοσμένος στις συνθήκες. Άλλοτε αέρα και άλλοτε σβέλτα, αφού τότε η 1η ελληνική θέση (σήμερα ο αγώνας ευτυχώς δεν προσμετρά στο πρωτάθλημα) ισοδυναμούσε με τίτλο, κάτι σημαντικό, αν ήθελες να έχεις και χορηγία για τη συνέχεια αλλά και πλούσιο παλμαρέ για την υστεροφημία σου. Και ο κ. Γιάννης όπως και ο συνοδηγός του δεν άφηναν τίποτα στην τύχη. Καλύτερος αγώνας τους; Στα χαρτιά ίσως το ’90 με σπασμένο πόδι και το αυτόματο κιβώτιο της Valeo. Παρακολουθώντας από κοντά την προσπάθεια; Το ’88 ήταν ωραία (σ.σ.: τρεις ημέρες ταξιδεύαμε στο 2λεπτο), όντας στην 6άδα από νωρίς, ενώ κάθε άλλο παρά απαρατήρητη πέρασε η προσπάθειά τους το ’92 με τη Celica, οπότε στα προβλήματα αξιοπιστίας απαντούσαν με πείσμα και ταχύτητα. Κρίμα που τα βρόντηξε το ’93, και χίλιες φορές κρίμα που η αύρα του, η ήρεμη δύναμη που τον χαρακτηρίζει δεν έμεινε στο χώρο με άλλους τρόπους. Ίσως, βέβαια, για αυτό ευθύνη να έχει και ο ίδιος ο χώρος των αγώνων με τις ιδιαιτερότητες που τον χαρακτηρίζουν. Kακά τα ψέματα, δεν προσφέρεται για επενδύσεις, αφού συνήθως εισπράττεις αχαριστία.

Παύλος Μοσχούτης. Υπέροχος άνθρωπος και σπουδαίος οδηγός...
Παύλος Μοσχούτης! Ο κοινός μας φίλος Γιώργος Μοσχούς τον αποκαλούσε στο περιθώριο των ε.δ. «Sezar», λόγω τόσο του ονόματός του όσο και του τρόπου του. Υπέροχος άνθρωπος και οδηγάρα. Όπως λέμε... χεράς! Καθαρόαιμος rallyman, λάτρευε τις σφιχτές απλές και το δύσκολο οδόστρωμα. Καλός φίλος του υπογράφοντα, όντες συμμαθητές, μαζί και με το Νίκο Μακρυγιάννη (σ.σ.: μεγάλο ταλέντο), στη σχολή «Ιαβέρη» (σ.σ.: Τάσος και Παύλος πέρασαν τον Σ.Χ. και τον κούμπα «Silef» από την κερκίδα στα μπάκετ το ’78, και βέβαια μας συνδέουν μοναδικές στιγμές), έκανε τα απίστευτα στην ομίχλη, ενώ πετούσε στη λάσπη και είχε το μυαλό και το πεντακάθαρο χέρι ώστε να προσαρμόζει την οδήγησή του στις κατά περίπτωση συνθήκες. Έβαλε τη σφραγίδα του στον τερματισμό με το Lada που μοιράστηκε με τον Παύλο Βαλεντή (σ.σ.: οδηγάρα ο Π.Β.!) το ’75, οδήγησε αξιόπιστα την αθάνατη Veloce-«Ντόλι» το ’76, απογείωσε το Renault 5 της MAVA το ’77, κάνοντας κουφά στις κάθετες πτώσεις με τον Τίμο Τζάννες δίπλα του, και στη συνέχεια, επιλέγοντας την οδηγική ευχαρίστηση από το άγχος της εργοστασιακής συμμετοχής, έβαλε στο χέρι σειρά από Escort. Το ’79 και το ’80 με τα χρώματα του περιοδικού μας στο ασημί ΜΚII-GR1 πιστοποίησε ήθος και πείσμα, κάνοντας τα απίστευτα για να τερματίσει και να διακριθεί, έχοντας δίπλα του τους Τίμο-«Σόμιτ»-Τζάννες και Χάρη Λιονή, αντίστοιχα, τη στιγμή που το Άλφα Σέρβις των Κυρκαίων είχε πλέον αναλάβει την τεχνική υποστήριξη, χάρη και στην αμοιβαία εκτίμηση-βαθιά φιλία που δημιουργήθηκε. Η συνέχεια με Escort Gr II, Fiat 131 AB, Golf GTi-A, Lancia Delta N και A αλλά και Μazda 323-Ν το ’91 γράφτηκε με τον παιδικό του φίλο Σταμάτη-«Silef»-Βελλή δίπλα του, ενώ σημαντικό ρόλο την εποχή της Lancia έπαιξε ο εξαιρετικός τεχνικός Στάθης Μάγος. Κοινός παρανομαστής η αξιοπιστία και η συνέπεια εντός και εκτός ε.δ. Έχοντας συμμετάσχει «μαζί» σε σειρά Ράλλυ Ακρόπολις, κρατάμε τους χρόνους με την Group Ν Delta το ’87, οπότε, μέχρι να ατυχήσουν, άφησαν λεπτά πίσω τον παγκόσμιο Άλεξ Φιόριο με ίδιο(;) αυτοκίνητο. Η προσπάθεια είχε και βάθος σε κάθε επίπεδο, αφού οι δύο καλοί φίλοι εντός μπάκετ συντονίστηκαν με τον επίσης φίλο μας κ. Χρήστο Δαμάσκο της Λάμδα, έναν από τους ελάχιστους gentlemen της αγοράς. Δυστυχώς, σήμερα δεν προκύπτουν τέτοιοι συνδυασμοί, παρά τις όποιες προθέσεις... Αντίστοιχα, μόνο θετικά είναι τα σχόλια για όταν οδήγησε για τη Nissan την εργοστασιακή Silvia με τον Ευθύμη Σάσαλο. Ταχύτητα, αξιοπιστία και -το κυριότερο- συμπεριφορά κυρίων και ως team mate!

H ελληνική Toyota είχε κατά περιόδους τη δική της ομάδα και στα χρώματά της οδήγησαν οι καλύτεροι!
Toyotαίοι! H ελληνική Toyota είχε κατά περιόδους τη δική της ομάδα και στα χρώματά της οδήγησαν οι καλύτεροι. Από κλασικούς Toyotαίους, όπως είναι οι B. Γκάλλο, Γ. Παπαδαμαντίου και M. Παναγιωτόπουλος, μέχρι τους «Ιαβέρη» και Ά. Βωβό, χωρίς να ξεχνάμε το Σώτο Κοκκίνη, έναν εξαιρετικά τεχνίτη rallyman σε χώμα αλλά και άσφαλτο. Σημαντικό όμως για το χώρο είναι πως σε κάθε Ακρόπολις όσοι με Toyota, άλλοτε 10-12 πληρώματα, συχνά ακόμα και 20, είχαν την υποστήριξη της αντιπροσωπείας, γράφοντας ιστορία ανάμεσα σε ερασιτέχνες, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για τον αγώνα μας. Πρόκειται για τη λογική-στρατηγική του Ανδρέα Παπατριανταφύλλου, που υιοθετήθηκε μέχρι κάποιο σημείο και από την Toyota Ελλάς. Ο ίδιος ο «Παπάτος» ήταν 1ος Έλληνας με τον Κώστα Στεφανή και την Corolla ΚΕ-35 1.6 το ’83, ενώ τα ιαπωνικά αυτοκίνητα πρωταγωνιστούσαν σε κλάσεις και γκρουπ για πολλά χρόνια. Τα Starlet έλαμψαν στα χέρια του Μανώλη Παναγιωτόπουλου και αργότερα στου αείμνηστου Κώστα Λαμπρόπουλου κ.ά., ενώ κάθε τύπου Corolla οδηγήθηκε στο όριο από το Νότη Γιαγνίση, το Βαγγέλη Γκάλλο και άλλους. Αν ξεχωρίζουμε το Βαγγέλη και ως προετοιμαστή-εξελιχτή, ψηφίζουμε Ρον Χαλιβελάκη στη θέση του οδηγού, κυρίως για το πάθος και το πείσμα του, όποια Corolla και αν οδήγησε. Ο ίδιος ενεπλάκη με επιτυχία στην οργάνωση αγώνων, χωρίς ποτέ να θυσιάσει αξιοπρέπεια και ήθος σε σχέση με τους διοικούντες.

30 χρόνια διαρκεί η παρουσία της Ν.Ι.Θεοχαράκης και της Nissan στους ελληνικούς αγώνες.
Nissan Sporteam! Τι να πούμε για την ομάδα μας; Η φόρτιση είναι μεγάλη για να τοποθετηθεί κανείς σε ένα τόσο σημαντικό κομμάτι της ζωής του. Επί της ουσίας και αντικειμενικά, πρόκειται για αγωνιστική ομάδα που ζει και διαπρέπει περισσότερα από 30 χρόνια, κυρίως χάρη στο μεράκι της οικογένειας Θεοχαράκη και στον τρόπο-επιλογές του Νίκου Κελεσάκου, που τη συντονίζει-διοικεί εν λευκώ μέχρι σήμερα. Όπλα της, πέρα από τα αξιόπιστα Nissan, οι Έλληνες τεχνικοί της ομάδας, τα κομάντο, που έκαναν τη διαφορά είτε συντηρώντας τα εργοστασιακά Nissan είτε εξελίσσοντας από λευκό χαρτί τα Micra και GTiR αλλά και GTi-F2, που προσαρμόστηκαν ιδανικά στις ιδιαιτερότητες του Ρ.Α. Τυχεροί πίσω από το τιμόνι το ’77 ο «Σιρόκο» (δίπλα του ο «Σέπο», Μανώλης Μακρινός) και στη συνέχεια ο Γιώργος Μοσχούς (από το 1978 μέχρι το 1986) και ο «Στρατισίνο» (από το 1983 μέχρι το 1995), που επίσης διακρίθηκε στον εθνικό μας αγώνα με τον Κώστα Φερτάκη (’84, ’86, ’88, ’89) και την Τόνια Παυλή (’87, από το ’90 μέχρι και το ’95), ενώ το ’85 στο 240 RS (σ.σ.: αυτοκινητάρα) ήταν δίπλα ο φίλος Ευθύμης Σάσαλος. Ευκαιριακά οδήγησαν σε Ρ.Α. για την κορυφαία ομάδα της χώρας ο Μιχάλης Μοσχούς, ο Βαγγέλης Γκάλλο (’79), ο αείμνηστος Κύπριος πρωταθλητής και καλός φίλος Βαχάν Τερζιάν (’86) και το ’90 ο Παύλος Μοσχούτης. Η ίδια ομάδα προσαρμόστηκε περίφημα και στο ρόλο υποστήριξης του Cup της Nissan με τα Micra, οπότε δόθηκε η ευκαιρία διάκρισης στο Ρ.Α. σε εξαιρετικούς συνδυασμούς.

Λεωνίδας Κύρκος, στη φωτό με τον Γιάννη Σταυρόπουλο, στο δρόμο για ακόμα ένα Ακρόπολις.
Λεωνίδας Κύρκος! Ο «Τζέκος»! Ο σεμνός και ταπεινός συνεργάτης του «Μπούμπη», που εξελίχθηκε στον πλέον επιτυχημένο Έλληνα οδηγό αγώνων παντός εδάφους. Οι συνθήκες και οι ασφάλτινες επιλογές του τον έφεραν αργά στο Ακρόπολις (’94), αγώνα που, όπως αποδείχθηκε, του ταίριαζε και με το παραπάνω, αφού, εκτός από επιτυχημένος οδηγός, είναι και ικανός μηχανικός-εξελιχτής. Αντικειμενικά, ήταν καλυτερότερος στο Ακρόπολις του ’95, όπου μαζί με το Γιάννη-«Στρατηγό»-Σταυρόπουλο ήταν 1οι Γενικής (ο αγώνας προσμετρούσε μόνο για την κατηγορία F2), μέχρι να εγκαταλείψουν την τελευταία ημέρα από κινητήρα. Με τα δικά μας κριτήρια οι δυο τους με το ex-Kάνκουνεν Escort RS, που εξασφάλισαν χάρη και στη Ford Ελλάς (σ.σ.: τότε πλάτη έβαλε ο «Στρατηγός», και όχι μόνο... αν θυμάται ο ξεχασιάρης «Λέας»), ήταν υπέροχοι το 1998, όταν τερμάτισαν 6οι, κερδίζοντας και έναν παλικαρίσιο βαθμό στο πρωτάθλημα. Σε κάθε περίπτωση, κρίμα που οι Λ. Κύρκος-Γ. Πολυζώης (σ.σ.: πρόκειται για εξαιρετικό κύριο του χώρου) δε συμμετέχουν πλέον στο Ρ.Α. αναβαθμίζοντας την ελληνική παρουσία.

Άρης Βωβός. Μέσα στην πεντάδα των καλύτερων όλων των εποχών...
Αρμόδιος Βωβός! Το όνομά του τοποθετείται στη χρυσή 5άδα όλων των εποχών των ελληνικών ράλλυ, με τα δικά μας μέτρα και τα εντελώς υποκειμενικά σταθμά. Αντικειμενικά, το παλμαρέ του αρχίζει στις πολλές φορές που τερμάτισε 1ος Έλληνας με αυτοκίνητα κορυφής και εξαιρετικούς συνοδηγούς και τελειώνει στη νίκη του σε Γενική(!) με τον Κώστα Στεφανή και τη λευκή ex-Τζίγγερ Deltona το ’95, οπότε ο αγώνας μας μετρούσε για την F2. Από εκεί και πέρα και κυρίως... ο λόγος ώστε να μην ασχολείσαι με το δικό σου αγώνα, αλλά να παρακολουθείς χρόνους άλλου το ’97, οπότε με το Γιάννο Αλβανό δίπλα του στο λευκό-κόκκινο 4θυρο Impreza διεκδικούσε το ακατόρθωτο. Με χρόνους στην 6άδα κέρδιζαν ειδικές από επαγγελματίες και ήταν μπροστά από ημιεπαγγελματίες με καλύτερα αυτοκίνητα, μέχρι να «βγουν» και να χάσουν χρόνο στο χειρότερο οργανωτικά Ακρόπολις της 20ετίας. Τα τελευταία χρόνια και χωρίς να υποτιμούμε σοβαρές προσπάθειες, όπως του Γιάννη Παπαδημητρίου, που προετοιμάζεται πάντα προσεχτικά, αξιοποιώντας την εμπειρία του, είναι η μόνη αίτια για να πας στο βουνό και να χειροκροτήσεις Έλληνες που πάνε γρήγορα, προσφέρουν θέαμα, προσπαθούν για το καλύτερο και ό,τι ήθελε προκύψει. Ο ίδιος απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια και το χαμόγελο που τον χαρακτηρίζει, οπότε προκύπτει η μη ρεαλιστική ερώτηση «γιατί δεν κερδίζετε τον Σάινθ, μωρέ;». Σε αυτήν του την προσπάθεια συνεργάτης του ο πολύπειρος συνοδηγός του, και όχι μόνο, «ΕΛ-ΕΜ», άνθρωπος που τα έχει δει όλα, όντας και για πολλά χρόνια δίπλα στον «Ιαβέρη», τον καθηγητή μας.
"Σιρόκο" - Ανδριόπουλος στο δρόμο για τη 2η θέση της γενικής, στο Ακρόπολις του 1975.
Ο "Σιρόκο" με τον Μανώλη Μακρινό και τη Lancia Stratos στο Ακρόπολις του '78.
Iαβέρης-Στεφανής με το Ford Escort Gr. 4 στο Ακρόπολις '78.
Ο Ιαβέρης με το Escort και τον Κώστα Στεφανή παραπλεύρως, οδεύοντας στην 5η θέση της γενικής το 1979.
Ο "Λεωνίδας" με το Audi 80 GT και τον Γιάννη Λέκκα στο Ακρόπολις του '75.
Στο 29ο Ακρόπολις, ο "Λεωνίδας" μαζί με τον Σώτο Κοκκίνη τερμάτισε 8ος γενικής με το Renault 5.
Ο Jigger με την Lancia Delta, και τον Κώστα Στεφανή έγραψε τη δική του ιστορία τους αγώνες.
Ο Jigger με την Lancia Delta Integrale 16V, τερματίζοντας με τον Κώστα Στεφανή το '91 για 4η συνεχή χρονιά πρώτοι Έλληνες.
Το '79 και το '80, ο Παύλος Μοσχούτης με τα χρώματα του περιοδικού μας.
Με το 131 Abarth ο Παύλος Μοσχούτης με τον "Silef" είχαν τερματίσει 7οι γενικής το 1982!
Ο "Λέας", πάντα με τον Γιάννη Σταυρόπουλο παραπλεύρως, και το Escort Cosworth στο Ακρόπολις του '95.
Το 1998 ο Λεωνίδας Κύρκος με τον Γιάννη Σταυρόπουλο κατέκτησαν ένα βαθμό σε επίπεδο Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ράλλυ.
Με τον Κώστα Στεφάνή το 1995, ο Άρης Βωβός κατέκτησε την πρώτη θέση γενικής!
Με το "Μαμιδάκης"-Impreza, ο Άρης Βωβός κατάφερε το 1997 με τον Γιάννη Αλβανό, να πραγματοποιήσει κορυφαίους χρόνους στις ε.δ.
Οι Βωβός-"ΕΛ ΕΜ"¨κατέκτησαν 1 βαθμό το 2004, με την 8η θέση στον εθνικό μας αγώνα
Ο Κώστας Φερτάκης έχει γράψει με χρυσά γράμματα το όνομα του στην ιστορία των αγώνων και παραμένει στη μνήμη όλων, ως ένας εκ των κορυφαίων...